- Χρυσοχόων
- Χρυσόχοοςone who meltsmasc gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
χρυσοχόων — χρυσόχοος one who melts masc gen pl χρῡσοχόων , χρυσοχόος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συντεχνία — Εμπορική και βιοτεχνική ένωση του Μεσαίωνα, στην οποία ανήκαν όλοι όσοι ασκούσαν την ίδια οικονομική δραστηριότητα, με σκοπό την προάσπιση κοινών συμφερόντων. Οι σ. υπήρξαν ιδιαίτερα πολυάριθμες και ανθηρές μεταξύ 12ου και 14ου αι. Οι ρίζες των σ … Dictionary of Greek
επιχρύσωση — Τεχνική της επικάλυψης διαφόρων αντικειμένων από μέταλλο, ξύλο, πηλό κ.ά. με χρυσό. Η ε. πραγματοποιείται με ποικίλες μεθόδους· με χρυσό σε φύλλα, σε πλάκες, σε αμάλγαμα, σε ρινίσματα, με θέρμανση ή χωρίς θέρμανση, με μηχανικά ή χημικά μέσα,… … Dictionary of Greek
κνώδακας — ο (Α κνώδαξ, ακος) νεοελλ. (μηχανολ.) στοιχείο μηχανής το οποίο περιστρέφεται ή παλινδρομεί επιβάλλοντας έτσι προδιαγεγραμμένη κίνηση σε άλλο εφαπτόμενο στοιχείο, αλλ. έκκεντρο αρχ. 1. άξονας («καθάπερ ἐπὶ κνώδακος τῆς τοῡ δευτέρου σπονδύλου… … Dictionary of Greek
πρωταυράριος — ὁ, Α ο προϊστάμενος τού σωματείου των χρυσοχόων. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο) * + *αυράριος (< λατ. aurarius «χρυσοχόος»)] … Dictionary of Greek
χαλκογραφία — Ο όρος χ., που ετυμολογικά έπρεπε να σημαίνει μόνο χαρακτική σε χαλκό, απέκτησε από καιρό ευρύτερο νόημα, περιλαμβάνοντας κάθε κοίλη χαρακτική σε οποιοδήποτε μέταλλο, με ποικίλες τεχνικές μεθόδους (ακουαφόρτε, ακουατίντα, καλέμι, μαλακό κερί,… … Dictionary of Greek
Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… … Dictionary of Greek
Γκάνα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκάνα Παλαιότερη ονομασία: Χρυσή Ακτή Έκταση: 238.538 τ. χλμ. Πληθυσμός: 19.361.000 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Άκρα (1.605.500 κάτ. το 2002)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει Δ με την Ακτή Ελεφαντοστού, Β και ΒΔ… … Dictionary of Greek
Ρουμανία — Κράτος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β με την Ουκρανία, στα Δ με την Ουγγαρία και τη Σερβία, στα Ν με τη Βουλγαρία, ενώ στα Α βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα.H Pουμανία ανήκει στην παραδουνάβια Eυρώπη κι εισχωρεί σαν σφήνα στο σλαβικό… … Dictionary of Greek